Ιπποδρομίαι και ιδρωδρομίαι Αθηναϊκαί

Αφού ως αμαξάδες, καρροτσέρηδες και χαντζήδες δεν αφήσαμε άλογο για άλογο επί τρεις ολοκλήρους γενεάς, κατελήφθημεν εξαίφνης από τόσην λεπταισθησίαν, τόσον έρωτα προς τους ίππους, ώστε ετρέξαμεν όλοι 'ς το Φάληρο και ομαδόν εβαπτίσθημεν «Φίλιπποι». Έτσι εγέμισεν ο κόσμος από Φιλίππους, εις βαθμόν απελπιστικόν.


Οι Αθηναίοι, αφού συνεπλήρωσαν κάθε έλλειψιν της πόλεως, κατάβρεγμα, σκόνη, υπονόμους, έφεραν άφθονα νερά, περιώρισαν τας ασθενείας, έκαμαν την πόλι τους να λάμπη από καθαριότητα, εξησφάλισαν των τροφίμων την επάρκεια, κάμαν να φθηνήνη το ψωμί, απέκτησαν διαπλαστικά και προσιτά θεάματα για τον λαό, είδαν ότι τους έλειπαν μόνον αι ιπποδρομίαι.

Και συστήσανε και από αυτές.

Κάθε Πέμπτη και Κυριακή λοιπόν άνθρωποι με δύο πόδια και άλογα με τέσσαρα, κυρίαι με μανικιούρ και φορβάδες με στίλβον και ξυστρισμένον τρίχωμα, κατέρχονται εις το Φαληρικόν αλιπέδιον, όπου άλλοτε εβρυχώντο τα θηρία και έτρωγε λέοντας και στρουθοκαμήλους ο κ. Γερμανός και τώρα χρεμετίζουν ίπποι και επίσημοι φταρνίζονται!...

Ένα υπόστεγο από τσιμέντο με πράσινα παράθυρα, και μια κίτρινη Σαχάρα γύρω, συρματογυρισμένη, μέσα εις την οποίαν αλωνίζει η μόδα. Ένας πετρένιος έρωτας, το μόνο στόλισμα, ματαίως προσπαθεί να βγάλη από τη φαρέτρα του, τα απολιθωθέντα πλέον βέλη του. Ο έρως σήμερα δεν έχει βέλη. Έχει πορτοφόλια, έχει αυτοκίνητα, έχει κασκέτο τζόκεϋ, έχει μαστίγιον και ας μην έχη άλογο ποτέ...

Σκόνη κατά νέφη επί νεφών, κατά αγέλας και βουνοκατακλυσμούς συννέφων. Ζέστη, αντηλιά μέχρι λιποθυμίας. Της θάλασσας τον δροσισμόν αποκλείουν οι ατέλειωτες μάνδρες των αεροϋδροπλάνων και τα ακαλαίσθητά των κτίρια!

  1. «Τα φτερά της πατρίδος», σου λέει ο άλλος.

Και το ακούραστο κίνητρο των φτερών αυτών ο αγήρως Ευταξίας.

Ζέστη, είπαμε, αρκετή.

Αι ιπποδρομία γίνονται ιδρωδρομίαι.

Ο κ. Καφαντάρης κάτι κρατεί στα χέρια του. Τι είναι; Μήπως το σακκάκι του ή το εφίππιον της... εξουσίας;

Να οι τζόκεϋ περνάνε, επάνω εις τα άλογα, πολύχρωμοι, καμαρωτοί.

Ο «Ταχύς» με τον... Καλαμπόκαν.

Θεσπέσιος συνδυασμός.

Ο «Δράκος» με τον... Κομπογιαννόπουλον.

Όνομα πιο μακρύ από την διαδρομήν του στίβου.

Ο «Αετός» με τον... Καλοβρέχτην.

Πειό καλοβρέχτης αποδείχθη ο... «Αετός». Ήταν το μόνο κατάβρεγμα που έγινε 'κει μέσα!

Ο «Κάδμος» με τον Τσίγγαν.

Τι ένωσις της αισθητικής των δύο Ελλάδων, της αρχαίας του Κάδμου, που ήτανε αγράμματος και της του Τσίγγα, που είναι και πολυγραμματισμένη. – Κάδμος – Τσίγγας! Παλαιός και σύγχρονο πολιτισμός!

Μια ιπποδρομία αυτή.

Υπάρχουν όμως και άλλαι!

Η «Αύρα» με τον κ. Κουκουνάβην.

Δροσισθήτε!...

Ένας με ημίψηλο μειδιά και καμαρώνει επί του ίππου του.

Είναι το κεφάλι του μεγάλο, σαν μπαλόνι και όλο... καμαρώνει, καθώς θα συνεπλήρωνε Νεοέλλην ποιητής.

Ένας άλλος υψηλόσωμος και μαύρος την μορφήν, την κόμην, τους οδόντας, την περιβολήν, κρατάει από το χαλινάρι ένα αλογάκι τόσο κοντό και ανεπαίσθητο, που νομίζεις ότι είναι ψάρι-παλαμίδα, στο βούρλο περασμένο, που το ψώνισε στην ψαραγορά.

Ο κ. Βελιανίτης είναι εκείνος που τραβάει, ένα γηραλέο άλογο πεισματάρικο, δύσπειθο και τσινιάρικο; Μας είπαν ότι λέγεται «ανάμνησις».

Μα εκείνος ο τύπος των Δαρδανελλίων, γιατί έφερεν ένα ξύλινο αλογάκι με τροχούς;

Μήπως θα παρατρέξουν κι' οι μπεμπέδες;

Γι' αυτό ίσως δύο ταγματάρχαι, τροχάνε τα σπειρούνια τους!...

Μα ο άλλος εκεί, ο σεβάσμιος χρηματιστής, που χώνει το χαλινάρι ενός αλόγου στην τσέπη!...

Νομίζεις ότι θέλει να σουφρώση τ' άλογο!...

Η «Φρόσω» και η Φρόσω.

Η μία η τετράποδη έμεινε «Φρόσω». Η άλλη έγινε Σοσσώ. – Η μία έχει μανικιούρ η άλλη οπλάς στιλβούσας. – Η μία επαλείφεται με σάπωνα για να γυαλίζη, η άλλη έχει να ιδή σαπούνι από τότε που επλούτισε, γιατί είναι «λαϊκό» πολύ και πρόστυχο επομένως.

Η μία χρεμετίζει, η άλλη ογκανίζει με το «Κλάξον» του αυτοκινήτου της. – Αμφότεραι έχουν ευτραφή, ευρύτατα «καπούλια». Της μιας είναι γυμνά, της άλλης διαφαίνονται υπό λεπτεπίλεπτον μεταξωτόν επένδυμα. Η μία έχει χαίτην μακράν, η άλλη την... εκούρευσεν. – Η μία λακτίζει η άλλη... υλακτεί, φλυαρούσα με τα παρακαιημένας. Η μία έχει χαλινάρι, η άλλη είναι αχαλίνωτος. Είπαμε ότι είναι η «Φρόσω» και η Σοσσώ. Η μία τρέχει για το έπαθλον, η άλλη εποχείται με ωτό, απειλούσα να κόψη αθλίους, επαθλίους, τρισαθλίους Έλληνας. – Την μίαν την ίππευεν ένας τζόκεϋ, η άλλη ίππευσεν την Κοινωνίαν!...

Κάμνομεν φιλοσοφικούς συλλογισμούς:

Ιπποδρόμιον και Κοινωνία!

Οποίος συσχετισμός! Οποία ομοιότης!

Τας δύο «Φρόσας», ευφροσύνας δηλαδή, ένα α στερητικόν αρκεί να μεταβάλη εις το αυτό...

Καιρός να καβαλλικεύσουμε το... μπαστουνάκι μας και να φύγουμε στα τέσσαρα από 'κει μέσα, όπου σφυρηλατούν την Νέαν Ελλάδα, αι οπλαί των ίππων των διαφόρων τζόκεϋ...

Σημειώσεις

Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στα μέσα του 1926, και αναφέρεται στον ιππόδρομου του Φαλήρου που άνοιξε ένα χρόνο νωρίτερα. Στη ίδια σελίδα του περιοδικού υπάρχει και μια απάντηση με υπογραφή «Ο συντάκτης», στην οποίο εκφράζονται κάποιες διαφωνίες για τις απόψεις του Σταμάτη Σταματίου στο άρθρο.