Τα ματογιάλια του Δήμαρχου
- Ου κύριους Δήμαρχους αναχωρεί διά τας Αθήνας!
Τι πάη να κάμη στη Αθήνα «ου κυρ Δήμαρχους»; Τι κάνει ένας Δήμαρχος ορεινού χωριού εις την Αθήνα; Χαζεύει εις τους δρόμους! Ο κ. Δήμαρχος πηγαίνει στην Αθήνα για να πούνε στο χωριό:
- Ου κύριους Δήμαρχους πήγε κι στην Αθήνα!
Υποθέσεις το χωριό δεν είχε με την πρωτεύουσα και αν είχε, είνε άλλοι αρμοδιότεροι για να της λύσουν. Έδωσε το Σύνταγμα και ο Θεός «βουλευτάς» και «δικηγόρους». Όσο για τους ελώδεις πυρετούς; Αυτούς τους γεννάει ο τόπος.
- Μπορεί να πιαστή κανείς με το Θεό!..
Ο κ. Δήμαρχος όμως είχε πράγματι δουλειά εις την Αθήνα.
Ήθελε ν' αγοράση ένα ζευγάρι ματογυάλια!
- Τι δήμαρχος θα ήταν χωρίς να έχη «μιτογιάλια».
Όλοι του χωριού οι εξέχοντες, ο παπάς, ο δάσκαλος, ο ψάλτης, έχουν και τα φορούν. Πώς λάμπουν και γυαλίζουν στο πρόσωπο του ψάλτη, σαν λιέι το «χαιρουβικό» και κουνάει, γλυκαινόμενος και αναρπαζόμενος από τη μελωδία, το κεφάλι! Και όποιος «καλός», «μεγάλος» ή «επίσημος» πέρασε από το χωριό, φορούσε ματογιάλια. Ο κυρ Δικαστής – εκείνος δα, σαν πιο επίσημος, μαθές, τα φορούσε και στον ύπνο του, ο εισπράχτορας και ο αντιπρόσωπος των μηχανών του «Σίγγερ!»
- Και να μην έχη ο κυρ Δήμαρχος γυαλιά!...
Γι' αυτό αποφάσισε ένα ταξείδι στην Αθήνα.
- Δεν ήταν δα ανάγκη να μάθη όλα τα αίτια και τα «αιτιακά» και το χωριό!
Τώρα πώς έγινε δήμαρχος, αυτό είναι άλλη κουβέντα.
Ο καπετάν Κοψίδας τον υπέδειξε για «απώτερους λόγους και σκοπούς».
Μια όμως που έγινε δήμαρχος, πρέπει να πάρη «μιτογυάλια»....
Στην Αθήνα, όπου έβλεπε γιαλικά, έμπαινε ο δήμαρχος, σειόμενος, κουνιόμενος, και κυματίζοντας τη φουστανέλλα.
Επί τέλους κάποιος τούδειξε ένα «οπτικό κατάστημα».
- Κύριε, του είπε, θέλω ένα ζευγάρι ματογυάλια, που να μπορώ για να διαβάζω.
Ο καταστηματάρχης του έφερε μερικά να δοκιμάση.
Ο δήμαρχος τα έβαλε στη μύτη του.
- Πώς σου φαίνονται αυτά;
Και δίδοντάς του ένα βιβλίο.
- Για κύτταξε. Διαβάζεις καθαρά;
- Διόλου. Απήντησεν ο Δήμαρχος, σκύβοντας και προσπαθώντας να διαβάση στο βιβλίο.
Ο καταστηματάρχης άνοιξεν άλλο συρτάρι και του έφερεν άλλους αριθμούς.
- Τίποτα! Τίποτα! Απαντούσεν ο δήμαρχος σκύβοντας στο βιβλίο.
Ο καταστηματάρχης του έφερεν όλα τα νούμερα, διπλά, τριπλά, κρυστάλλινα, μα ο Δήμαρχος ήτο αδύνατον για να διαβάση.
- Δεν αξίζουν τα γυαλιά σου! Θα είνε ψεύτικα! Ευρωπαϊκά δεν έχεις;
- Ευρωπαϊκά είν' όλα, απήντησεν εκείνος.
Του φέρουν ακόμη και χρυσά.
- Τίποτα! Τίποτα! αναφωνούσε ο Δήμαρχος σε κάθε δοκιμή.
Ο καταστηματάρχης τάχασε:
- Μα δεν μου λες, σε παρακαλώ, μήπως δεν ξέρεις γράμματα;
Ο Δήμαρχος τον κύτταξε στα μάτια!
- Μα χριστιανέ μου, αν ήξερα εγώ γράμματα, δεν ήταν ανάγκη ν' αγοράσω ματογυάλια!.....