Παλαιά ανάμνησις
Επί τη αφίξει εδώ του ιπποδρομίου – το οποίον περισσότερον είναι θηριοτροφείον – ενθυμήθηκα ότι εις παλαιοτέραν εποχήν τα ιπποδρόμια ή τσίρκα ήρχοντο συχνότερα εις Αθήνας, οι δε ιδιοκτήται διαφόρων μανδρών εντός της πόλεως έτριβαν τα χέρια, διότι δύο πολλάκις ελειτούργουν την αυτήν εποχήν.
Τσίρκο όμως σαν του μακαρίτου Ντερσέν δεν θυμάμαι άλλο. Ο γάλλος αυτός πρώην υπαξιωματικός, βλέπων την πέρασιν που είχαν στας Αθήνας τα τσίρκα απεφάσισε και αυτός να έλθη εκ Γαλλίας. Ήλθε λοιπόν· αλλ' άνευ τσίρκου δηλαδή άνευ άλλου προσωπικού, παρά μόνον με δέκα άλογα και τρεις ιπποκόμους, ενοικίασε ένα μικρό θεατρίδιον απέναντι στην Πύλη του Αδριανού μετά μάνδρας, και ετοιχοκόλλησε τα προγράμματα.
Το πρόγραμμα έγραφε με μεγάλα γράμματα:
«Κυνήγιον εις το παρθένον δάσος Αμερικής».
Ευτυχώς υπήρχον τα σκηνικά των «Πειρατών της Σαβόνης», υπήρχε και το χάρτινο φείδι το οποίον εις κάθε παράστασιν εσκότωνε ο σεβαστός φίλος κ. Ταβουλάρης, υπήρχον δύο τσοπανόσκυλοι του Ντερσέν οι οποίοι εγαύγιζαν, και επί τέλους υπήρχον και πέντε εξ μόρτηδες εκ της Πλάκας οι οποίοι εστρατολογήθησαν και διέσχιζον το παρθένον δάσος έφιπποι. Εις τα τετράποδα τα γυμνασμένα και υπομονητικά, ανερχόμενα, κατερχόμενα, εις κεκλιμένα επίπεδα επί της σκηνής τα οποία παρίστανον μονοπάτια εντός του δάσους. Η μπάντα έπαιζε το «Μαύρ' είν η νύχτα στα βουνά στα δάση πέφτει χιόνι» τα σκυλιά γαύγιζαν, τα άλογα χλιμίντριζαν, τα σανίδα της σκηνής έτριζαν και τα τουφέκια χαλούσαν τον κόσμον καθώς και οι μόρτηδες, οι σύντροφοι των κυνηγών ζηλεύοντες την δόξαν των και φωνάζοντες που και που:
«Ζήτω και του Ποντικόρου! Να ζήση ο γυιός της μαμής» και ούτω καθεξής· από της σκηνής δε πολλάκις εδίδετο η απάντησις εκ μέρους του Κόϋ μπόϋ Μεξικανού αν δεν απατώμαι, Πλακιώτη....
- Σκασμός ρε ζηλιαρόγατα, και ταυτοχρόνως έρριχνε μια με το κοντοτούφεκο.
Επί τέλους όμως το έδαφος του παρθένου δάσους κάποτε έπαθε γενικήν καθίζησην· Το κοινόν εζητούσε καινούργια νούμερα τα οποία ανηγγέλλοντο εκ Γαλλίας, αλλά τοιαύτα μόνο εκ Πλάκας ενεφανίζοντο μέχρις ότου ο Ντερσέν έμεινε με τους τρεις ιπποκόμους και με τρία γυμνασμένα άλογα, διότι τα άλλα επτά ήσαν και αυτά δανεικά εντόπια και επεστράφησαν. Επώλησεν λοιπόν και τα τρία εις αμαξάδες οι οποίοι είδαν κι' έπαθαν να τα ξεμάθουν από τους περίεργους βηματισμούς τους οποίους δεν εννοούσαν να ξεχάσουν ούτε ζεμένα εις τα λαντώ, εξαπέστειλε και τους τρεις ιπποκόμους εις Γαλλίαν και αυτός, αγνοώ κατά ποιόν τρόπον, εθεάθη δρων ως καθηγητής της ιππασίας εις το Σχολίον των Ευελπίδων· ταυτοχρόνως όμως εσυνήθισε τόσον πολύ και την πλακιώτικη ρετσίναν, ώστε ήτο αδύνατον να ευρίσκη την ισορροπίαν, έως ότου μίαν ημέραν εθεάθη με τα τέσσαρα εντός του Στρατιωτικού ιπποδρομίου μιμούμενος διάφορα παιχνίδια των άλλοτε γυμνασμένων συντρόφων του τετράποδων. Δεν γνωρίζω έκτοτε τι απέγινε· τούτο μόνον γνωρίζω, ό,τι ήλθεν εις Ελλάδα με κανονικήν και άσπρην μύτην, έφυγε δε με κατακόκκινην, πράγμα το οποίον παθαίνονυ εν μεγίστη αναλογία οι ερχόμενοι και εγκαθιστάμενιο εν Ελλάδι ξένοι. Κ' εμείς την περιφρονούμε τη ρετσίνα!
Σημειώσεις
Υπάρχει και άλλο άρθρο του ίδιου συγγραφέα με τον ίδιο τίτλο, βλ. Παλαιά ανάμνησις.