Υποκατάστασις

Δεν γνωρίζω πώς, αποτόμως όπως έρχονται άλλες τε αι περισσότεραι αναμνήσεις, εθυμήθηκαν χθες τον αείμνηστον μπάρμπα Κώσταν παρασημοφορημένον με τα τάγματα όλως των Μεγάλων Δυνάμεων, κρατούντα την περίφημον μαγκούραν και περιφερόμενον ανά τα συμβολαιογραφεία της οδού Σοφοκλέους – τότε το Χρηματιστήριο δεν είχε τόσην πέρασιν – εξετάζοντα και ερωτώντα εάν ήλθον οι ενοικιασταί του να πληρώσουν τα ενοίκια απειραρίθμων σπιτιών του και αποχωρούντα πάλιν θυμωμένον και υβρίζοντα. Στο σημειωματάριό του είχε καταγραμμένα εξήντα πέντε ακίνητα, όλα ένα κ' ένα εις το κέντρον της πόλεως.

Προς στιγμήν απεφάσισα να συγκεντρωθώ, δια να εννοήσω τι ησθάνετο επί τέλους ο άνθρωπος εκείνος φανταζόμενος ότι είνε ιδιοκτήτης εξήντα πέντε μεγάρων και ότι περισυλλέγει ενοίκια εις το τέλος του μηνός. Ομολογώ ότι το μισοκατόρθωσα· και χωρίς να βλάψω μάλιστα κανένα ιδιοκτήτην πραγματικόν, διότι εις το σημειωματάριό μου κατέγραψα όλα τα μένοντα ανοικίαστα μέγαρα, οικίας, καταστήματα εις κεντρικά και απόκεντρα μέρη ανερχόμενα εις χιλιάδας περίπου τρεις. Και κατόπιν ενδυθείς εντελώς τον μανδύαν του αειμνήστου μπάρμπα Κώστα άρχισα υβρίζων, ασχάλλων και θυμώνων κατά του εαυτού μου, και μονολογών...

  1. Ορίστε τώρα! Τι τα βαστώ ανοίκιαστα; Γιατί δεν ανοίγω τις πόρτες διάπλατα και να ειπώ στον κοσμάκη: Ορίστε, κύριοι, όσα-όσα, μπήτε μέσα, τεθήτε υπό στέγην, ενοίκιον λογικόν, τιμαί συγκαταβατικαί. Τι τα φυλάω τα έρημα κλειστά και περήφανα; Και περνώ και ξαναπερνώ από τα συμβολαιογραφεία και ζητώ τα νοίκια μου του κάκου· νοίκια ενός έτους χαμένα ολότελα. Και πράγματι· τι τα φυλάω και καμαρώνω; Άλλου είδους τρέλλα πάλι αυτή που μ' έχει πιάσει να τα βλέπω και να τα καμαρώνω. Και κύτταζα το καρνέτο μου και πέρασα και ξαναπέρασα από τους μεσίτας και πάλι από τους συμβολαιογράφους. Κατεβήτε, κύριε, μου έλεγαν, λιγάκι στην τιμήν. Τα νοίκια έπεσαν κατά 30-40%· βλέπετε η κάμαρα υπελογίζετο προς χιλίας προ διετίας, σήμερα έφθασε 600· συμμορφωθήτε, παρακαλούμεν με το πνεύμα με τον αιώνιον νόμον της προσφοράς και ζητήσεως. Υπάρχουν ενοικιασταί... αλλά βλέπετε δεν προσφέρουν· έπειτα, για όνομα του Θεού, εκείνο που έχετε... εις τα όρια Αττικής και Βοιωτίας, δωμάτια τρία, χιλιάδες τρεις είνε υπερβολικόν... Κατεβήτε λιγάκι.

Ταύτα μου λέγουν κάθ' ημέραν οι μεσίται τους οποίους επισκέπτομαι τακτικά· τα αυτά μου επαναλαμβάνουν οι συμβολαιογράφοι· τα αυτά με συμβουλεύουν φιλικώτατα οι γνωστοί οι θέλοντες το καλόν μου ως γνωστόν πάντοτε αναμιγνυόμενοι εις ξένες έννοιες. Αλλ' εγώ μένω ανένδοτος. Ή χίλιες το δωμάτιο, ή τίποτα!

Ο αείμνηστον μπάρμπα Κώστας ήτο αμείλικτος εις την είσπραξι ιδανικών ενοικίων. Εγώ εφεύρα κάτι καλλίτερον: Έγινα ιδιοκτήτης τριών χιλιάδων κενών οικιών τα οποίας κρατώ υπερηφάνως κλειστάς, μη έχων ανάγκην από τα ενοίκια.

Πιθανότατα να εκληφθώ ως ολίγον τρελλός. Αλλά κατά τι διαφέρω, σας παρακαλώ, από τρεις χιλιάδας συμπολίτας οι οποίοι ευρίσκονται απαραλλάκτως εις την ίδιαν θέσιν με εμέ; Είτε δικά των είνε, είτε δικά μου, το ίδιο κάνει εις την περίστασην αυτήν. Δεν τα ενοικιάζω, κύριοι!