Νυκτερινό... Ίντερβιου
Τα δημόσια κέντρα σύμφωνα με την αστυνομικήν διάταξην έκλεισαν εις τις δύο και οι διάφοροι ξενύχτηδες, μελαγχολικοί για την έλλειψη μέρους συγκεντρώσεως φλυάρων, πήγαιναν σπίτια τους.
Ανέβαινα αργά, αργά, την λεωφόρον Πανεπιστημίου.
— Ψιτ! ψιτ!
Γύρισα πίσω μου. Κανείς. Μπρος μου, πλάγια, τίποτα. Εξακολούθησα το δρόμο μου. Μόλις έκανα δύο βήματα ακούω πάλι το
ίδιο:
— Ψιτ! ψιτ!
Βλέπω πίσω, ψυχή.
— Εδώ, εδώ, ψηλότερα, παρακαλώ...
— Ήμουν μπροστά στην Ακαδημία. Έστρεψα το βλέμμα στα μπαλκόνια και παράθυρα των σπιτιών.
— Απ' εδώ, αριστερά σας... εγώ καλέ η Αθηνά...
Ήταν η μαρμάρινη κόρη του Διός που με φώναξε πάνω από το ψηλό βάθρο της.
— Εσείς είστε θεά μου; κ' εγώ νόμιζα – με συγχωρείτε – πως ήταν καμμιά παξιμάδα.
— Αυτές τις παρέλαβε όλες η Επιθεώρησις και τρώνε αυτή την ώρα μετά την παράσταση.
— Βλέπω ότι παρακολουθείτε Παλλάς την πνευματική μας κίνηση.
— Μόνο την πνευματική!; Κάθε σαν κίνηση και κάθε σας κίνημα, γιατί – εδώ που τα λέμε – έχετε
καταντήσει η χώρα των κινημάτων!..
— Και κινηματογράφων...
— Αλήθεια, είστε πλάσματα που εντρυφάτε στο σκοτάδι. Ευτυχώς τώρα θάχετε τα φώτα των Αθανάτων της Ακαδημίας.
— Ναι, ναι, συγχαρητήρια. Τα πνεύματα μπήκαν τέλος πάντων μέσα στο κτίριο χωρίς την επέμβαση της εταιρείας των...
Ψυχικών Επιστημών. Φαντάζομαι τη χαρά σας θεά της σοφίας.
— Μα φυσικά θ' ασχοληθούν λιγάκι οι Νεοέλληνες με κάτι άλλο εκτός της... πολιτικής.
— Και ο Απόλλων τι γίνεται εκεί στο πλάϊ σας; Σας βοηθεί τουλάχιστον στα ζητήματα της ποιήσεως και της τέχνης;
— Είνε ψόφιος από την κούραση και κοιμάται όρθιος ο κακομοίρης. Άλλαξε τέχνη και παίζει... λίρα στο
χρηματιστήριο.
— Έτσι; Έγινε μεσίτης του συναλλάγματος; Τώρα υπάρχει λοιπόν ελπίς ν' αποκτήση τέλος πάντων κ' ένα παντελόνι ο
κακομοίρης!